ἀνετῶν

ἀνετῶν
ἀνετάζω
inquire of
fut part act masc voc sg
ἀνετάζω
inquire of
fut part act neut nom/voc/acc sg
ἀνετάζω
inquire of
fut part act masc nom sg (attic epic ionic)
ἀνετάζω
inquire of
fut part act masc voc sg
ἀνετάζω
inquire of
fut part act neut nom/voc/acc sg
ἀνετάζω
inquire of
fut part act masc nom sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀνέτων — ἄνετος relaxed masc/fem/neut gen pl ἄνω 1 accomplish pres imperat act 3rd pl ἄνω 1 accomplish pres imperat act 3rd dual ἀνίημι send up aor imperat act 3rd dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τουρισμός — Πολύμορφο φαινόμενο, που περιλαμβάνει το σύνολο των μετακινήσεων που γίνονται για μορφωτικούς λόγους ή για αναψυχή και τις πολλαπλές του επιδράσεις στην οικονομία και στο τοπίο των ενδιαφερόμενων περιοχών. Ο τ. απασχόλησε στις πολλαπλές… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”